Ο Προϋπολογισμός του 2022, που κατατέθηκε και θα συζητηθεί προσεχώς στη Βουλή, συντάχθηκε με τρεις, υψηλού βαθμού, αβεβαιότητες: α) Την αναζωπύρωση της πανδημίας στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό, ιδιαίτερα στην ΕΕ. β) Την πορεία των τιμών της ενέργειας, λόγω της απόλυτης εξάρτησης της χώρας μας από τις εισαγωγές υδρογονανθράκων και γ) Την άνοδο του πληθωρισμού.
Επειδή και οι τρεις αυτοί παράγοντες είναι άγνωστο πώς θα εξελιχθούν, ο Προϋπολογισμός αποτελεί ένα ευχολόγιο που θα υλοποιηθεί μόνο στο καλύτερο σενάριο. Προβλέπει, για το 2022, έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης 7,4 δις, πρωτογενές αποτέλεσμα (το αναφερόμενο παλαιότερα ως πλεόνασμα) μείον 2,7 δις και αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 4,5% στα 187,3 δις.
Χαρακτηριστικό είναι το τι συνέβη με τον περσινό Προϋπολογισμό του 2021. Προέβλεπε έλλειμμα (Γενικής Κυβέρνησης) 11,5 δις και αυτό εκτιμάται ότι θα ανέλθει, στο τέλος του χρόνου, σε 17,0 δις. Προέβλεπε πρωτογενές αποτέλεσμα (Γενικής Κυβέρνησης) μείον 6,6 δις και αυτό εκτιμάται ότι θα είναι μείον 12,3 δις. Προέβλεπε Δημόσιο Χρέος (Κεντρικής Διοίκησης) 376,2 δις και αυτό εκτιμάται σε 386,3 δις.
Αντίθετα, το ΑΕΠ ενώ προβλεπόταν να διαμορφωθεί στα 171,9 δις εκτιμάται ότι θα ανέλθει στα 177,6 δις. Σημειώνεται ότι δεν έχουν ανακοινωθεί τα στοιχεία του ΑΕΠ για το δεύτερο εξάμηνο του 2021. Η συγκράτηση της μείωσης του ΑΕΠ μετά τη μεγάλη πτώση 9,8% πέρυσι (από 183,4 δις το 2019 σε 165,3 το 2020) οφείλεται στην τεράστια δημοσιονομική επέκταση με περίπου 40 δις (23 δις το 2020 και 17 δις το 2021).
Η χρηματοδότηση αυτή πρόσθεσε στο ΑΕΠ 7,1 ποσοστιαίες μονάδες το 2020 και 4,8 μονάδες το 2021 (Εισηγητική Έκθεση 2022). Έτσι συγκρατήθηκε η ύφεση για να μη λάβει εφιαλτικές – διαλυτικές διαστάσεις. Μόνο που τα 40 δις και αυτά που θα ακολουθήσουν από το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ (30,5 δις), είναι στο σύνολό τους δανεικά, που θα πρέπει να αποπληρωθούν τα επόμενα χρόνια, υποθηκεύοντας κάθε μελλοντική προσπάθεια πραγματικής ανάπτυξης (όχι απλώς μεγέθυνσης του ΑΕΠ) και αυξάνοντας ακόμη περισσότερο την εξάρτηση της χώρας μας.
Μέσα στην Ευρωζώνη, η Ελλάδα δεν μπορεί να εκδώσει νέο χρήμα για να καλύψει τις οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες που δημιουργήθηκαν από την πανδημία και είναι υποχρεωμένη να δανείζεται. Από τις αρχές του 2020 μέχρι το Σεπτέμβριο του 2021 το Δημόσιο Χρέος αυξήθηκε κατά 30,8 δις. Το υπόλοιπο ποσό μέχρι τα 40 δις καλύφθηκε από ανάλωση ταμειακών διαθεσίμων που έχουν σχηματισθεί επίσης από δανεισμό.
Η πανδημία
Η κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη προχώρησε σε τρία lockdown για να αντιμετωπίσει την Covid-19 και παρ’ όλα αυτά ο ιός σήμερα επελαύνει. Το πρώτο διήρκησε 6 εβδομάδες (Μάρτιος-Απρίλιος 2020). Το καλοκαίρι του ΄20 η κυβέρνηση ανακήρυξε την Ελλάδα «Covid-free προορισμό» και άνοιξε τον τουρισμό για οικονομικούς λόγους και όχι στη βάση υγειονομικών εκτιμήσεων. Τρείς μήνες μετά η χώρα αντιμετώπισε το δεύτερο επιδημικό κύμα που στοίχησε 5.500 νεκρούς (με Covid και όχι από Covid).
Το δεύτερο lockdown διήρκησε 7 εβδομάδες, μέχρι το τέλος του 2020. Στο τέλος της χρονιάς αυτής η κυβέρνηση ανακήρυξε το τέλος της πανδημίας, θεωρώντας ότι τα άρτι αφιχθέντα εμβόλια θα αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τον κοροναϊό.
Το τρίτο lockdown, ως παράταση του δεύτερου, διήρκησε όλο το πρώτο τρίμηνο του 2021. Το Μάϊο η κυβέρνηση διακήρυξε ότι διανύουμε «το τελευταίο μίλι της πανδημίας» και άνοιξε πάλι τον τουρισμό και τις άλλες υπηρεσίες. Το τρίτο ενδημικό κύμα στοίχησε 7.500 νεκρούς.
Από τον Οκτώβριο του ΄21 καταργήθηκαν, για τους εμβολιασμένους, όλοι οι περιορισμοί στους κλειστούς χώρους και μπήκαν σε «καραντίνα» αποκλειστικά οι ανεμβολίαστοι. Τώρα το τέταρτο ενδημικό κύμα βρίσκεται σε απόλυτη έξαρση και φαίνεται ότι το φετινό χειμώνα θα προκαλέσει περισσότερους νεκρούς απ’ όσους το πρώτο και δεύτερο κύμα μαζί.
Τα lockdown, που κατέστρεψαν ό,τι είχε απομείνει από την οικονομία μετά τα μνημόνια και εν συνεχεία τα εμβόλια, θεωρήθηκαν πανάκεια για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Μόνο που τα lockdown δεν μπορεί να είναι συνεχή (τα δανεικά έχουν όρια) και οι εμβολιασμένοι μολύνονται από τον κοροναϊό, γίνονται φορείς του, τον μεταδίδουν σε άλλους, νοσούν οι ίδιοι και κάποιοι απ’ αυτούς καταλήγουν. Σύμφωνα με τα στοιχεία (28-11-21) του ΕΟΔΥ το 19,3% όσων νοσηλεύονται στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας είναι πλήρως εμβολιασμένοι. Το ποσοστό αυτό, όταν άρχισε να ανακοινώνεται, το καλοκαίρι, ήταν 7,8%.
Ο Γενικός Διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) σε πρόσφατη ανακοίνωσή του αναφέρει ότι: «Η παραλλαγή Δ΄ μείωσε στο 40% την αποτελεσματικότητα των εμβολίων και ο ΠΟΥ ανησυχεί για την ψευδαίσθηση ότι τα εμβόλια τέλειωσαν την πανδημία και ότι οι άνθρωποι που έχουν εμβολιαστεί δε χρειάζεται να λαμβάνουν άλλες προφυλάξεις».
Η πολιτική της κυβέρνησης, μέχρι σήμερα, συνίστατο στο: Το χειμώνα κάνουμε lockdown και το καλοκαίρι τα ανοίγουμε όλα γιατί πρέπει να επιβιώσει η οικονομία που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τουρισμό, λόγω του στρεβλού μοντέλου ανάπτυξης που εφαρμόζεται τις τελευταίες δεκαετίες. Τώρα ένα άτυπο lockdown έχει επιβληθεί στους ανεμβολίαστους που ουσιαστικά αποκλείονται από διάφορες δραστηριότητες (εστίαση, τουρισμός, ψυχαγωγία κλπ).
Ο Κ. Μητσοτάκης σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Washington Post (24-11-21) είπε: «Αυτό που κάνουμε είναι να γίνει δύσκολη η ζωή για όσους δε θέλουν να εμβολιαστούν». Πώς όμως προσδοκούν ότι του χρόνου το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 9,7 δις όταν περίπου το 1/4 του πληθυσμού αποκλείεται από σημαντικές δραστηριότητες; Πώς θα αυξηθεί το ΑΕΠ όταν οι εμβολιασμένοι κυκλοφορούν ελεύθεροι (είναι ασφαλείς σύμφωνα με την κυβερνητική προπαγάνδα) και διασπείρουν τον ιό με τις μεταλλάξεις του, επιβάλλοντας την εφαρμογή τοπικών lockdown και άλλων περιοριστικών μέτρων;
Η Αυστρία και η Σλοβακία επέβαλαν lockdown που περιλαμβάνει και τους εμβολιασμένους. Η απερχόμενη καγκελάριος της Γερμανίας Α. Μέρκελ ζήτησε κάτι ανάλογο. Η Ολλανδία, η Γαλλία το Βέλγιο και άλλες χώρες της Ευρώπης λαμβάνουν νέα περιοριστικά μέτρα. Το Ισραήλ έκλεισε τα σύνορά του για όλους. Πόσο, όλα αυτά, θα επηρεάσουν την Ελλάδα της οποίας πάνω από τις μισές εξαγωγές κατευθύνονται στην ΕΕ και το μεγαλύτερο μέρος του τουρισμού προέρχεται απ’ αυτήν;
Η ενέργεια
Δεν μας έφταναν όμως οι επιπτώσεις της πανδημία, ήρθε και η ενεργειακή κρίση με την εκτόξευση της τιμής των υδρογονανθράκων. Έχοντας ενστερνιστεί το κυρίαρχο αφήγημα της παγκοσμιοποίησης περί ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής, η κυβέρνηση Μητσοτάκη δρομολόγησε το εσπευσμένο κλείσιμο των λιγνιτικών εργοστασίων της ΔΕΗ και αντικατάστασής τους από εισαγόμενες ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά. Μόνο που τα τελευταία δεν παράγουν ρεύμα όταν οι άνεμοι είναι ασθενείς ή υπάρχει συννεφιά και επιπρόσθετα το ρεύμα δεν αποθηκεύεται.
Η κυβέρνηση αποφάσισε ότι η Ελλάδα πρέπει να γίνει πρωτοπόρος στη σωτηρία του Πλανήτη από την υπερθέρμανση. Μόνο που η κλιματική αλλαγή στη Γη λαμβάνει χώρα εδώ και εκατομμύρια χρόνια και εξαρτάται από τη δραστηριότητα του Ήλιου, όχι του ανθρώπου. Γι’ αυτό υπήρξαν ψυχρές περίοδοι (παγετώνες) που τις διαδέχονταν θερμότερες. Γι’ αυτό υπήρξαν ο κατακλυσμός του Νώε – Δευκαλίωνα, όταν μια θερμή περίοδος διαδεχόταν μια ψυχρή και έλιωναν οι πάγοι.
Αλλά, ακόμη κι αν πιστεύει κανείς ότι η τωρινή άνοδος της μέσης θερμοκρασίας του Πλανήτη είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας, γιατί η φτωχή Ελλάδα που παράγει μόνο το 0,18% των παγκόσμιων εκπομπών CO2 πρέπει να είναι πρωταγωνιστής; Η Κίνα εκπέμπει το 28,6%, οι ΗΠΑ το 14,3%, η Ινδία το 7,17%, η Ρωσία το 4,6% η Γερμανία το 1,9%. Όλες αυτές οι χώρες εξακολουθούν να βασίζονται στον άνθρακα, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Μόνο οι ελληνικοί λιγνίτες, η μοναδική εγχώρια πηγή ενέργειας, αποτελούν απειλή για το κλίμα;
Η Ελλάδα έχει σήμερα υψηλότερη τιμή, από το μέσον όρο των χωρών της Ευρωζώνης, στο ηλεκτρικό ρεύμα, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Με ένα τέτοιο ενεργειακό κόστος, πώς μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη; Πώς μπορεί οι ελληνικές εξαγωγές να είναι ανταγωνιστικές στις διεθνείς αγορές; Η κυβέρνηση στο όνομα της «πράσινης μετάβασης» έχει εγκαταλείψει και την αξιοποίηση των ελληνικών υδρογονανθράκων, ενώ δεν μειώνει τον ειδικό φόρο κατανάλωσης και τον ΦΠΑ στα καύσιμα, που αντιπροσωπεύουν περίπου το 63% της σημερινής τιμής τους. Ο πληθωρισμός που δημιουργεί η αύξηση του κόστους της ενέργειας μπορεί να αυξήσει το ονομαστικό ΑΕΠ, αλλά θα κάνει πολύ φτωχότερους τους Έλληνες που θα υποφέρουν μάλλον από το ψύχος παρά από την άνοδο της θερμοκρασίας του Πλανήτη.
Πηγή : www.ellinikiantistasi.gr