Ως τη «Βαριά Βιομηχανία» της Ελλάδος αποκαλεί, διαχρονικά, το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα τον τουρισμό γιατί δε θέλει ούτε βαριά, ούτε ελαφριά βιομηχανία, αλλά ούτε και ανεπτυγμένο αγροτικό τομέα.
Στο παρελθόν η Ελλάδα ήταν μια κυρίως αγροτική χώρα με σημαντικές βιομηχανικές- βιοτεχνικές νησίδες. Δεν μπόρεσε έκτοτε να αναπτύξει το βιομηχανικό τομέα της. Όλα κατέρρευσαν από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 με την είσοδο στην τότε ΕΟΚ (τώρα ΕΕ), γιατί προοδευτικά καταργήθηκε η δασμολογική προστασία και καθιερώθηκε η ενιαία αγορά. Σήμερα η Ελλάδα έχει γίνει μια χώρα παροχής υπηρεσιών, όπως ακριβώς την ήθελαν – για να μην τους ανταγωνίζεται – τα ανεπτυγμένα βιομηχανικά κράτη της Ευρώπης.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, πέρυσι η χώρα μας εισέπραξε από τον εξωτερικό (όχι τον εσωτερικό) τουρισμό 20,5 δις ευρώ. Το πρώτο πεντάμηνο (Ιανουάριος – Μάϊος) του 2024 οι εισπράξεις ανήλθαν σε 3,8 δις, αυξημένες κατά 16,2% (οι αφίξεις τουριστών αυξήθηκαν κατά 20,6%) σε σχέση με το ίδιο χρονικό διάστημα του 2023. Θεωρητικά και μόνο, τα περσινά έσοδα των 20,5 δις αντιπροσώπευαν το 9,3% του ΑΕΠ της Ελλάδος (220,3 δις το 2023).
Λέμε θεωρητικά, γιατί οι εισπράξεις από τον τουρισμό δεν είναι κέρδος αλλά τζίρος. Για να επιτευχθούν οι εισπράξεις αυτές πρέπει οι κάθε είδους τουριστικές επιχειρήσεις, αλλά και το κράτος, να επενδύσουν – δαπανήσουν. Οι τουρίστες που έρχονται στην Ελλάδα είναι εποχικοί καταναλωτές. Όταν η εγχώρια παραγωγή δεν μπορεί να καλύψει την καταναλωτική ζήτηση που δημιουργούν τότε αυτή καλύπτεται από εισαγωγές. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που, τα τελευταία χρόνια, αυξάνεται το έλλειμμα του εμπορικού Ισοζυγίου.
Η καταναλωτική ζήτηση για μια μικρή οικονομία με ανοικτά σύνορα, όπως είναι η ελληνική, δεν είναι συνταγή ανάπτυξης, αλλά, συνταγή αύξησης των εισαγωγών και άρα οικονομικής εξάρτησης. Αυτή τη νομοτέλεια δε θέλουν να κατανοήσουν ούτε η Κυβέρνηση ούτε οι περισσότεροι οικονομολόγοι και αναλυτές που, με κάθε ευκαιρία, πανηγυρίζουν για την αύξηση των τουριστικών ροών.
Οι τουρίστες, κατά τη διαμονή τους στη χώρα μας, καταναλώνουν καύσιμα για τις μετακινήσεις τους και ηλεκτρική ενέργεια (κλιματιστικά) στα καταλύματά τους. Αμφότερα, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους, προέρχονται από εισαγόμενους πόρους. Επίσης οι τουρίστες καταναλώνουν τρόφιμα και ποτά που σε μεγάλο μέρος τους είναι εισαγόμενα, αφού η Ελλάδα είναι ελλειμματική σε βασικά είδη διατροφής, ενώ τα εισαγόμενα είναι κατά κανόνα φθηνότερα και άρα προτιμούνται από τις τουριστικές επιχειρήσεις. Ακόμα και ο ξενοδοχειακός εξοπλισμός όπως έπιπλα, λευκά είδη, ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές, είδη υγιεινής κ.α. είναι τα περισσότερα εισαγόμενα. Τα ποσά που παραμένουν στην ελληνική οικονομία είναι μικρό κλάσμα των εμφανιζόμενων ως τουριστικών εισπράξεων.
Επιπρόσθετα, ο τουρισμός έχει καταστρέψει σε μεγάλο βαθμό το χαρακτηριστικό ελληνικό περιβάλλον. Ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια και καταστήματα εστίασης έχουν ανεγερθεί σε κάθε προσφερόμενη ελληνική ακτή και όχι μόνο. Δασικές εκτάσεις, εύφορη γεωργική γη με ελιές, οπορωφόρα και αμπέλια έχουν τσιμεντοποιηθεί για να φιλοξενούνται οι τουρίστες.
Στις περισσότερες περιοχές υφίσταται ήδη τουριστικός κορεσμός. Η φέρουσα ικανότητα ανάπτυξης έχει προ πολλού εξαντληθεί διότι οι φυσικοί πόροι δεν είναι ανεξάντλητοι. Οι τουρίστες που κατακλύζουν τα νησιά του Αιγαίου ή την ανατολική και νότια Ελλάδα εξαντλούν τα περιορισμένα αποθέματα νερού, ενώ αυξάνουν το κόστος διαχείρισης των απορριμμάτων και των λυμάτων. Ήδη επτά ελληνικά νησιά αντιμετωπίζουν έντονο πρόβλημα λειψυδρίας. Μόνο στις αρχές του 2024 η Κυβέρνηση χορήγησε 25 άδειες για εγκαταστάσεις αφαλάτωσης, οι οποίες όμως δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν το εκτεταμένο πρόβλημα.
Μία κοινότητα ή ένα νησί που έχει π.χ. 500 μόνιμους κατοίκους, βλέπει, κατά τους δύο ή τρεις καλοκαιρινούς μήνες, τον πληθυσμό του να αυξάνεται σε 5.000. Άρα, χρειάζεται παροχή ηλεκτρισμού, σύστημα ύδρευσης, βιολογικό καθαρισμό, υπηρεσίες αποκομιδής απορριμμάτων και άλλες κοινωνικές υπηρεσίες(π.χ. Κέντρο Υγείας) για 5.000 κατοίκους. Ποιος όμως θα χρηματοδοτήσει αυτές τις υποδομές όταν θα χρησιμοποιούνται μόνο για ένα μικρό χρονικό διάστημα; Πρόκειται, αν μπορεί να πραγματοποιηθεί, για ασύμφορη επένδυση.
Οι περισσότεροι νομίζουν ότι οι πόροι (νερό, ενέργεια, τρόφιμα κλπ) είναι ανεξάντλητοι και κατά συνέπεια το πρόβλημα είναι οι υποδομές για να είναι διαθέσιμοι στις συνεχώς αυξανόμενες τουριστικές δραστηριότητες. Πρόκειται για τεράστια αυταπάτη που θα οδηγήσει τη χώρα σε πολύπλευρη καταστροφή.
Παράλληλα με τα ανωτέρω, ένα μεγάλο τμήμα του ελληνικού εργατικού δυναμικού, παρόλο που μπορεί να έχει υψηλή κατάρτιση, απασχολείται σε εργασίες ιδιαίτερα χαμηλής ειδίκευσης (σερβιτόροι, καθαρίστριες κλπ), έχοντας ταυτόχρονο τον ανταγωνισμό, για τις ίδιες θέσεις απασχόλησης, των πολυπληθών ανειδίκευτων μεταναστών. Έτσι, ένα αξιόλογο τμήμα των ελλήνων εργαζομένων χάνει προοδευτικά τις όποιες δεξιότητές του.
Πρέπει να μπει ένα φρένο στον υπερ-τουρισμό (33 εκατ. αφίξεις το 2023). Πρέπει να απαγορευθεί η ανέγερση νέων τουριστικών καταλυμάτων, κάθε είδους, ιδιαίτερα σε περιοχές εκτός σχεδίου πόλεως. Να επιτρέπεται μόνο η ανακαίνιση παλαιών ξενοδοχείων. Πρέπει να απαγορευτούν οι βραχυχρόνιες μισθώσεις (Airbnb) που εκτός των άλλων ωθούν σε αύξηση των τιμών των ακινήτων καθώς και των ενοικίων στις πόλεις. Πρέπει να μπει ένα όριο στον αριθμό των ξένων τουριστών που επισκέπτονται μια ιδιαίτερη τοποθεσία ή ένα μικρό νησί. Πρέπει να τεθούν περιορισμοί στις αφίξεις των κρουαζιερόπλοιων, τα οποία προσφέρουν μηδαμινό οικονομικό όφελος. Δεν μπορεί π.χ. στη Σαντορίνη να αποβιβάζονται, σε μια μέρα και για μερικές ώρες, 20.000 τουρίστες κρουαζιέρας. Δεν χωράνε να περπατήσουν στους δρόμους.
Η μάστιγα του τουρισμού καταστρέφει το ιδιαίτερα ευαίσθητο ελληνικό περιβάλλον, εξαντλεί τους διαθέσιμους πόρους, αποπροσανατολίζει τις αναγκαίες επενδύσεις και αυξάνει την εξάρτηση της χώρας από έναν ιδιαίτερα ευμετάβλητο οικονομικό παράγοντα, που μπορεί να καταρρεύσει από τον ένα χρόνο στον άλλο για διάφορους λόγους (πόλεμος, γεωπολιτικές εντάσεις, επιδημία, ταξιδιωτική οδηγία κ.α.). Ο τουρισμός πρέπει να είναι συμπληρωματικός της αγροτικής – κτηνοτροφικής και βιομηχανικής – βιοτεχνικής παραγωγής και όχι το αντίθετο.
Υ.Γ Για την Κυβέρνηση δεν αρκούν όμως τα εκατομμύρια τουριστών που έρχονται απ’ όλα τα σημεία του ορίζοντα, αλλά επιδεικνύει ιδιαίτερη προτίμηση στους τούρκους τουρίστες. Έτσι, από τις αρχές του 2024, μετά από άδεια των Βρυξελλών, θέσπισε τη χορήγηση ειδικής visa express σε Τούρκους, κατά παρέκκλιση των κανόνων της ζώνης Σένγκεν, για δέκα ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, συμπεριλαμβανομένου του μικρού Καστελόριζου. Για την ενίσχυση της οικονομίας των νησιών είπε ο Κ. Μητσοτάκης. Έτσι οι νησιώτες μας σιγά-σιγά και με την τουρκική παρουσία θα συμφιλιώνονται και θα εξαρτώνται, όλο και περισσότερο, οικονομικά από την Ανατολία. Ένας ξενοδόχος στη Λέσβο δήλωσε ότι οι Τούρκοι από 20-30% του συνόλου των τουριστών τώρα αποτελούν το 80%. Η Κυβέρνηση αδιαφορεί εγκληματικά για την κατοχή του 37% της Κύπρου, για τη «Γαλάζια Πατρίδα» που διεκδικεί το μισό Αιγαίο, για το casus belli αν η Ελλάδα επεκτείνει τα χωρικά ύδατά της, για την απαίτηση αποστρατικοποίησης των νησιών, για την αμφισβήτηση της συνολικής νησιωτικής ΑΟΖ, για τους υπερεξοπλισμούς της γείτονος κ.α. Ο τουρισμός να είναι καλά για να εδραιωθεί η «ελληνοτουρκική φιλία» και η συνεπαγόμενη εξάρτηση από την Τουρκία. Μήπως αυτό επιδιώκουν ή είναι τόσο ηλίθιοι;
Πηγή : www.ellinikiantistasi.gr